νήσοισι

νήσοισι
νέω
swim
fut part act masc/neut dat pl (doric aeolic)
νέω
swim
fut ind act 3rd pl (aeolic)
νέω 2
spin
fut part act masc/neut dat pl (doric aeolic)
νέω 2
spin
fut ind act 3rd pl (aeolic)
νή̱σοισι , νῆσος
island
fem dat pl (epic ionic aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • πόντος — Επαρχία της Μικράς Ασίας, στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας. Στα Β βρέχεται από τον Εύξεινο Πόντο, ενώ στα Α ορίζεται από την Κολχίδα, στα Δ από την Παφλαγονία και στα Ν από την Καππαδοκία. Ο Π. πήρε το όνομα αυτό και έγινε σημαντικός μόνο κατά τους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”